- ὠγύγιος
- ὨγύγιοςOgygianmasc nom sgὨγύγιοςOgygianmasc/fem nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Ὠγύγιος — Ogygian masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ωγύγιος — ον, θηλ. και ία, Α [Ὠγυγίη] 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον Ώγυωγύγιος γο, μυθικό βασιλιά τής Αττικής 2. (κατ επέκτ.) πανάρχαιος, παμπάλαιος («σὲ τόδ ἐλήλυθεν πᾱν κράτος ὠγύγιον», Σοφ.) 3. γιγάντιος … Dictionary of Greek
ὠγύγιον — Ὠγύγιος Ogygian masc acc sg Ὠγύγιος Ogygian neut nom/voc/acc sg Ὠγύγιος Ogygian masc/fem acc sg Ὠγύγιος Ogygian neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὠγυγίων — Ὠγύγιος Ogygian fem gen pl Ὠγύγιος Ogygian masc/neut gen pl Ὠγύγιος Ogygian masc/fem/neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὠγυγίοις — Ὠγύγιος Ogygian masc/neut dat pl Ὠγύγιος Ogygian masc/fem/neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὠγυγίοισιν — Ὠγύγιος Ogygian masc/neut dat pl (epic ionic aeolic) Ὠγύγιος Ogygian masc/fem/neut dat pl (epic ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὠγυγίου — Ὠγύγιος Ogygian masc/neut gen sg Ὠγύγιος Ogygian masc/fem/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὠγυγίους — Ὠγύγιος Ogygian masc acc pl Ὠγύγιος Ogygian masc/fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ὠγυγίων — Ὠγύγιος Ogygian fem gen pl Ὠγύγιος Ogygian masc/neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὠγύγια — Ὠγύγιος Ogygian neut nom/voc/acc pl Ὠγύγιος Ogygian neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)